αθλητικός -ή -ό Adj.  [athlitikos -i -o, athlhtikos -h -o]

  Adj.
(27)
(23)
  Adj.
(13)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • αθλητικός (maskulin)
  • αθλητική (feminin)
  • αθλητικό (neutrum)


Griechische Definition zu αθλητικός -ή -ό

αθλητικός -ή -ό [aθdivtikós] : 1.που έχει σχέση με τον αθλητή ή με τον αθλητισμό: αθλητικός -ή -ό σύλλογος. Aθλητικό σωματείο / ρεπορτάζ. Aθλητικές ειδήσεις. αθλητικός -ή -ό συντάκτης, αθλητικογράφος. Aθλητική εφημερίδα. || (ιδ. για αθλητή): Aθλητικοί αγώνες. Aθλητικές επιδόσεις. Aθλητικά είδη, που είναι κατάλληλα για αθλητή. Aθλητικά παπούτσια. Aθλητική φανέλα. Aθλητικό ήθος, που χαρακτηρίζει τον αθλητή. || (ιατρ.): Kαρδιά αθλητική, χαρακτηριστική διαμόρφωση της καρδιάς υπό την επίδραση της αθλητικής δραστηριότητας. || (ως ουσ.) τα αθλητικά, οι αθλητικές ειδήσεις, στα μέσα ενημέρωσης. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback